Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011

nostalgias en solo de bandoneon





H μουσική; Όταν την πρωτοακούμε τη βρίσκουμε γλυκιά, κάπως παλιά ίσως, όμως μελωδική, ευχάριστη στα αυτιά. Στην αρχή όλα τα κομμάτια μάς φαίνονται λίγο πολύ τα ίδια, κάποια μας αρέσουν περισσότερο από άλλα, μας τραβάνε την προσοχή. Όσο για τους συνθέτες, τις ορχήστρες και τα ιδαίτερα στιλ της καθεμιάς, παίρνει καιρό μέχρι να αρχίσει κανείς να τα ξεχωρίζει. Μέχρι εδώ καλά. Λογικό. Έτσι συμβαίνει με όλα τα είδη μουσικής. Πρέπει να συνηθίσουν τα αυτιά, να εξασκηθεί η ακοή, να αποκτήσουμε οικείους τόπους, να μάθουμε να ακούμε τα όργανα, το καθένα μόνο του και όλα μαζί, να δομήσουμε μια μνήμη που θα μας επιτρέπει να περιμένουμε αυτό που θα ακολουθήσει, μικρές ηχητικές προσμονές που φτιάχνουν αυτό που λέμε αισθητική απόλαυση. Άκου αυτό το σημείο, άκου πόσο ωραίο...
Τι κάνει κάτι ξεχωριστό; Αυτό που εύκολα το καταλαβαίνουμε, το βαριόμαστε γρήγορα· όπως κι αυτό που εύκολα μας δίνεται. Κάποιες φορές συμβαίνει η ομορφιά που μας αιχμαλωτίζει να είναι κρυμμένη, δυσκολοκατάκτητη, να υπονοείται πίσω από στρώματα μυστηρίου, ακατανόητων σχέσεων. Η μουσική στο τάνγκο, και αυτή, είναι μια τέτοια περίπτωση. Όσο πιο πολύ τη γνωρίζεις, τόσο περισσότερο σου αποκαλύπτεται. Χρειάζεται χρόνος για να αντλήσεις  τα αποθέματα συγκίνησης που μπορεί να σου προσφέρει, αλλιώς την προσπερνάς χωρίς να την καταλάβεις. Λογικό και αυτό. Είναι δικαίωμά μας να επιλέγουμε πού θα χαρίζουμε την εύνοιά μας. 



Ο χορός είναι κι αυτός ιδιαίτερος. Στην καθημερινή ζωή δεν αγκαλιάζουμε κάποιον άγνωστο, στο tango συμβαίνει. Το περπάτημα μέσα σε μία αγκαλιά έχει να κάνει με τη μουσική, με την επικοινωνία. Εξαιτίας μιας αυτοσχεδιαστικής κίνησης μέσα από την οποία γεννιέται το κάθε βήμα, απαιτείται μία συγκέντρωση που σπάνια έχουμε την εμπειρία της. Kανείς από τους δύο παρτενέρ δεν ξέρει τι θα ακολουθήσει. Δύο πίσω βήματα δεν ακολουθούνται απαραίτητα από ένα τρίτο. Ίσως και ναι. Ένας νέος παρτενέρ αντιδρά διαφορετικά σε σχέση με κάποιον άλλο που γνωρίζουμε, αν η προσοχή κάποιου από τους δύο αποσπαστεί μπορεί να χαθεί η μάρκα. Είναι τόσο πολλά αυτά που μπορεί να πει κανείς... Ένα είναι βέβαιο. Όταν χορεύουμε, οι αισθήσεις της ακοής και της αφής είναι απόλυτα οξυμμένες και προσηλωμένες στη μουσική και στον παρτενέρ μας. Μία αυξημένη ευαισθησία φτιάχνει μια σχέση εσωτερική και μαζί τη δυνατότητα για κάτι απολύτως μοναδικό. Ένας εσωτερικός χώρος δημιουργείται, κοινός, τέτοιος που απαιτεί κάθε σχέση, κάθε συνάντηση, όπου ο καθένας να μπορεί να νιώθει ασφαλής να εξερευνήσει την κίνησή του και να εκφραστεί. Εκεί, μέσα σε αυτό το μυστικό χώρο, ενεργοποιείται ένας μη ορατός κώδικας επικοινωνίας: ένα απαλό άγγιγμα της ντάμας στην πλάτη του καβαλιέρου, ένα σφίξιμο της αγκαλιάς στη στενότητα χώρου, ένας δισταγμός, ένα συνωμοτικό χαμόγελο για κάτι αναπάντεχο, μια έκβαση που δεν την περιμέναμε, μία παύση που τονίζεται από μια αργή μεταφορά βάρους, μια στιγμή ηρεμίας που οδηγεί σε ένα ξέσπασμα από γρήγορες κινήσεις, με οδηγό τη μουσική πάντα... Δύο μαζί που κινούνται σαν ένα, η ντάμα δίνει μορφή στην πρόθεση του καβαλιέρου και ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη του άξονά του παλεύοντας να βρει αυτό που αναζητά, τη δική του ισορροπία, για να σταθεί απένατι στον άλλο ορθός, περήφανος, για να μπορέσει να τον συναντήσει χωρίς να του είναι βάρος. Αν το σκεφτεί κανείς, όλο το τάνγκο είναι μια μεταφορά...

Όσο για τα τραγούδια,
αυτά έρχονται τελευταία. Αποκλεισμένοι από τη γλώσσα και τις εγγραφές που φέρουν, αγνοώντας την παράδοση και την ιστορία τους, μας λείπει ένα μεγάλο κομμάτι του παζλ. Ό,τι γέννησε και έδωσε μορφή στο τάνγκο στις δύο μεγάλες του εκφάνσεις, ως χορό και ως μουσική, κρύβεται εκεί, στους στίχους των τραγουδιών, στο συναίσθημα που έχουν αποτυπώσει. Τα τάνγκος είναι θλιμμένα, υπάρχει λόγος γι’ αυτό και πάει πολλά χρόνια πίσω, κι αν δεν το ξέρει κανείς το υποψιάζεσαι από τη μουσική, από τα αισθήματα που αυτή ξυπνά. Όμως τη μουσική την καταλαβαίνεις διαφορετικά αποκτώντας πρόσβαση στο νόημα των στίχων, και τότε κι ο ίδιος ο χορός αλλάζει. Χορεύεις πια σαν Αργεντίνος, δηλαδή σαν κάποιος που χορεύοντας δίνει έκφραση σε κάτι οικείο, που βγαίνει από μέσα, δικό του.
Τους στίχους των τραγουδιών μπορούμε να τους διαβάσουμε σαν ποίηση, να δοκιμάσουμε να τους τραγουδήσουμε, να ακούσουμε τα σημεία που η φωνή του τραγουδιστή σπάει, να διακρίνουμε το παιχνίδι της φωνής με τη μουσική, τη χροιά της... Μετά, καθώς χορεύουμε, η συγκίνηση πολλαπλασιάζεται, τα χείλη μας ψυθιρίζουν τα λόγια κι ο νους γεμίζει ιστορίες κι εικόνες: ένας κόσμος με φανάρια στην άκρη του δρόμου, ο παλιός μαντρότοιχος με το αγιόκλημα - μάρτυρας της πρώτης αγάπης, ένα καφέ γεμάτο γλυκόπικρες εικόνες από εποχές που πέρασαν,  εγκαταλειμμένοι εραστές, η Μαλένα που τραγουδούσε τα τάνγκος όπως καμία, μικρές σοφίες που γεννιούνται από μια ζωή ξοδεμένη μέσα σε σύννεφα από καπνούς και αρώματα, δεν το ξέρεις; για να κερδίσεις πρέπει πρώτα να μάθεις να χάνεις, έτσι σ’ αγαπώ, γλυκιά ζωή της ζωής μου...   

Όλα είναι εκεί. Ανάμεσα.
Μέσα σε μια αγκαλιά, μια ένωση από νότες και λέξεις γεννά κίνηση, και μαζί παρηγοριά, επικοινωνία. Μια σχέση φτιάχνεται, μια συνάντηση: ένα μικρό σύμπαν από αισθήματα, όσο κρατάει ο χορός. Το τάνγκο ίσως και να έχει κάτι από μια εμπειρία κάθαρσης. Προσφέρει το δώρο να μετουσιώνεις σε κίνηση τη θλίψη, να την κάνεις χορό, μουσική, τραγούδι, να τη ζεις όχι σαν κάτι που πληγώνει, αλλά σαν κάτι που σε κάνει να χαίρεσαι. Μια θλίψη που δεν μεταφράζεται σε νοσταλγία για κάτι που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, το τάνγκο δεν είναι ρομαντισμός με αυτή την έννοια. Μέσω της θλίψης δεν βουλιάζει στο πένθος, θρηνώντας για την απώλεια δεν μένει εγκλωβισμένο σε ένα παρελθόν, είναι εκεί, ζωντανό, τα πράγματα συμβαίνουν τη στιγμή που συμβαίνουν. Nostalgia όπως το τραγούδι, nostalgias en solo de bandoneon. Θέλω να τραγουδήσω για τον ήχο αυτό που είναι κάθε φορά πιο γλυκός και σαγηνευτικός, βαθύς και μελαγχολικός... s
e llama tango y nada mas.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου